αλλοιώνω


αλλοιώνω
Προφορά

Ετυμολογία
αλλοιώνω αρχαία ελληνική ἀλλοιόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα αλλοιώνω

✦ μεταβάλλω τη φύση, τη μορφή, τις ιδιότητες ή τα συστατικά, αλλάζω προς το χειρότερο: με τούτα τα καθημερινά πράγματα αλλοιώνονται εκείνα τα παλαιά (Γ. Σεφέρης)
✦ νοθεύω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.