αλληλοπαθής
Προφορά
Ετυμολογία
αλληλοπαθής β΄ συνθετ. θ. παθ- του ρήματος πάσχω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αλληλοπαθής -ής, -ές
✦ που εκφράζει αλληλοπάθεια: αλληλοπαθής αντωνυμία, αυτή που χρησιμοποιείται για να δηλωθεί η αμοιβαία ενέργεια ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα ή πράγματα (δηλ. η αρχαία αντωνυμία ἀλλήλων)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αλληλοπαθώς