αλαμπουρνέζικος
Προφορά
Ετυμολογία
αλαμπουρνέζικος κατά Φ. Κουκουλέ, από τη └φρ┘αλά Μπουρνούζικα (= στη γλώσσα της φυλής Μπουρνού του Σουδάν)• κατ’ άλλους από το λιβορνέζικα (= πράγματα θαυμαστά από το Λιβόρνο της Ιταλίας)
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αλαμπουρνέζικος -η, -ο
✦ ο λεγόμενος σε άγνωστη, σε φτιαχτή και ακατάληπτη γλώσσα
Συνώνυμα
ακαταλαβίστικος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αλαμπουρνέζικα