αλάστωρ


αλάστωρ
Προφορά

Ετυμολογία
αλάστωρ αρχαία ελληνική ἀλάστωρ, πιθανόν από το επίθετο ἄλαστος

Ερμηνεία
αλάστωρ

✦ -ορος (ο, η) επίθ. εκδικητικός, τιμωρός: αλάστορες θεοί
✦ άθλιος, καταραμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.