αλάνα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αλάναΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αλάνα.mp3Ετυμολογίααλάνα └τουρκ┘alan (= πέρασμα μέσα από δάσος) Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η αλάνα ✦ ανοιχτός χώρος σε κατοικημένη περιοχή Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–