ακωδικοποίητος


ακωδικοποίητος
Προφορά

Ετυμολογία
ακωδικοποίητος ἀ στερητικό + κωδικοποιώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ ακωδικοποίητος -η, -ο

✦ που δεν έχει κωδικοποιηθεί, δεν έχει συνταχθεί σε κώδικα: ακωδικοποίητη νομοθεσία

Συνώνυμα

Αντίθετα
κωδικοποιημένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.