ακατανόητος


ακατανόητος
Προφορά

Ετυμολογία
ακατανόητος μεταγενέστερη ελληνική ἀκατανόητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ακατανόητος -η, -ο

✦ ο μη κατανοητός, που δεν μπορεί κανείς να τον καταλάβει: προτού κατηγορήσουμε τους ποιητές για τα ακατανόητα σχήματα που μας παρουσιάζουν… (Γ. Σεφέρης)

Συνώνυμα
ακατάληπτος, ανεξήγητος
Αντίθετα
νοητός, ευνόητος, κατανοητός
Επιρρήματα
ακατανόητα (Κ ακατανοήτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.