ακατάπιοτος
Προφορά
Ετυμολογία
ακατάπιοτος ἀ στερητικό + καταπίνω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ακατάπιοτος -η, -ο
✦ που δεν τον κατάπιε κάποιος ή που δεν καταπίνεται
✦ (μτφ. ) που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ως αληθινός, απίστευτος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–