ακαλπονόθευτος
Προφορά
Ετυμολογία
ακαλπονόθευτος ἀ στερητικό + καλπονοθεύω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ακαλπονόθευτος -η, -ο
✦ για εκβολή της οποίας το αποτέλεσμα δεν νοθεύτηκε με παραβίαση των καλπών
✦ (μτφ. ) ο χωρίς απάτη ή δολιότητα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ακαλπονόθευτα