αιθαλομίχλη
Προφορά
Ετυμολογία
αιθαλομίχλη αιθάλη + ομίχλη
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αιθαλομίχλη
✦ ομίχλη, ρυπαντική της ατμόσφαιρας, που σχηματίζεται υπό ορισμένες μετεωρολογικές συνθήκες, στον ουρανό των μεγάλων βιομηχανικών και αστικών κέντρων, από τα καυσαέρια
Συνώνυμα
καπνομίχλη
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–