αιδώς


αιδώς
Προφορά

Ετυμολογία
αιδώς αρχαία ελληνική αἰδώς

Ερμηνεία
αιδώς

✦ ντροπή, συστολή: χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη (Κ. Καβάφης)
✦ (νομ.) αιδούς προσβολή, ό,τι προσβάλλει το κοινό αίσθημα και τις κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις

Συνώνυμα

Αντίθετα
αναίδεια
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.