αδικομάζωμα
Προφορά
Ετυμολογία
αδικομάζωμα άδικος + μάζωμα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αδικομάζωμα
✦ ό,τι αποκτήθηκε με παρανομίες ή ανήθικα μέσα: αδικομαζώματα διαβολοσκορπίσματα (παροιμ. φρ.), όσα αποκτήθηκαν με παρανομίες δεν διατηρούνται για πολύ (πρβλ. ανεμομάζωμα)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–