αγιοταφίτικος


αγιοταφίτικος
Προφορά

Ετυμολογία
αγιοταφίτικος Άγιος Τάφος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αγιοταφίτικος -η, -ο

✦ ο αναφερόμενος στον Άγιο Τάφο ή ο προερχόμενος απ’ αυτόν: έβγαλε από τον κόρφο του έναν αγιοταφίτικο σταυρό και του τόνε χάρισε (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.