αβάντε


αβάντε
Προφορά

Ετυμολογία
αβάντε avanti και avante (= εμπρός)

Ερμηνεία
αβάντε
✦ κ. αβάντε επίρρ. πριν, προηγουμένως
✦ (ως παρακελευσματικό μόριο) εμπρός: αβάντι, μαέστρο – αβάντι, ξεκινάμε
✦ (ως ουσ.) υπεροχή, πλεονέκτημα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.