έμφυτος


έμφυτος
Προφορά

Ετυμολογία
έμφυτος αρχαία ελληνική ἔμφυτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ έμφυτος -η, -ο

✦ εγγενής, που υπάρχει από τη φύση: έμφυτα χαρίσματα

Συνώνυμα

Αντίθετα
επίκτητος
Επιρρήματα
έμφυτα (Κ εμφύτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.