έμφρων


έμφρων
Προφορά

Ετυμολογία
έμφρων αρχαία ελληνική ἔμφρων

Ερμηνεία
έμφρων

✦ -ων, -ον (-ονος) επίθ. που έχει μυαλό, συνετός, μυαλωμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.