έγνοια
Προφορά
Ετυμολογία
έγνοια αρχαία ελληνική ἔννοια
Ερμηνεία
έγνοια
✦ φροντίδα, ενδιαφέρον: ξημεροβραδιάζεται με την έγνοια του παιδιού της
✦ ανησυχία, περισπασμός
✦ με την προσωπ. αντων. σου, σας, του, τους, ως καθησυχαστικό ή ως απειλή: έννοια σου, θα το φροντίσω
Συνώνυμα
σκοτούρα, μπελάς
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–