άπεπτος


άπεπτος
Προφορά

Ετυμολογία
άπεπτος αρχαία ελληνική ἄπεπτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ άπεπτος -η, -ο

✦ που δε χωνεύεται ή δε χωνεύτηκε: άπεπτη τροφή

Συνώνυμα
-η, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που δε χωνεύεται ή δε χωνεύτηκε: άπεπτη τροφή
Αντίθετα

Επιρρήματα
απέπτως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.