άκανθος
Προφορά
Ετυμολογία
άκανθος – Η ετυμολογία λείπει.
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο άκανθος
✦ είδος φυτού με αγκαθωτά φύλλα
✦ γλυπτή διακόσμηση των κιονόκρανων κορινθιακού ρυθμού, ομοιόσχημη προς τα φύλλα του φυτού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–