yielding


yielding
Προφορά

{‘ji:ldıŋ}

(Επίθετο)
● υποχωρητικός

(Ουσιαστικό)
● παραγωγικότης
● παραγωγικότητα
● ενδοτικότης
● ενδοτικότητα

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.