yen


yen
Προφορά

{jen}

(Ουσιαστικό)
● γιέν
● μεγάλη όρεξη
● φαντασιώδης επιθυμία

(Ρήμα)
● επιθυμώ ιδιαιτερώς

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.