yearning


yearning
Προφορά

{‘jɜ:rnıŋ}

(Επίθετο)
● αυτός που επιθυμεί

(Ουσιαστικό)
● λαχτάρα
● επιθυμία
● πόθος

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.