wane


wane
Προφορά

{weın}

(Ουσιαστικό)
● ελάττωση
● παρακμή

(Ρήμα)
● μειούμαι
● ελαττώνομαι
● μειώνομαι
● μικραίνω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.