van


van
Προφορά

{væn}

(Ουσιαστικό)
● πρωτοπορεία
● σκεπασμένο κάρο μετακομίσεως
● φορτηγό
● βαγόνι αποσκευών

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.