vain


vain
Προφορά

{veın}

(Επίθετο)
● μάταιος
● ματαιόδοξος
● ανωφελής
● ξιπασμένος

└[Εκφράσεις]┘
● in vain = ανώφελα
● ανωφελής
● χαλάλι
● μάταια

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.