vaccine Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply vaccineΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/v/vaccine.mp3{væk’si:n} (Ουσιαστικό)● δαμαλίδα● εμβόλιο● βατσίνα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση