vacancy


vacancy
Προφορά

{‘veıkənsı}

(Ουσιαστικό)
● κενή θέση
● κενό
● κενότης
● κενότητα
● χηρεία
● δωμάτιο γι’ ενοικίαση

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.