tutorial Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply tutorialΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/tutorial.mp3{tu:’tɔ:rıəl} (Επίθετο)● φροντιστηριακός● παιδαγωγικός (Ουσιαστικό)● φροντιστήριο Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση