triumphantly Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply triumphantlyΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/triumphantly.mp3{traı’ʌmfəntlı} (Επίρρημα)● θριαμβευτικώς Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση