trim


trim
Προφορά

{trım}

(Επίθετο)
● κομψός
● περιποιημένος
● σιγυρισμένος

(Ουσιαστικό)
● ευτρεπισμός
● κλάδευμα
● τακτοποίηση
● τάξη

(Ρήμα)
● περικοσμώ
● στολίζω
● τακτοποιώ
● περικόπτω
● ισορροπώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.