transfer


transfer
Προφορά

{træns’fɜ:r}

(Ρήμα)
● μεταβιβάζω
● μεταθέτω
● μετακινώ
● μεταφέρω

(Ουσιαστικό)
● έμβασμα
● μεταβίβαση
● μετάθεση
● μεταφορά
● εισιτήριο αλλαγής λεωφορείου

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.