transept Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply transeptΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/transept.mp3{‘trænsept} (Ουσιαστικό)● εγκάρσια πτέρυξ σταυροειδούς ναού● πτέρυγα ναού Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση