train


train
Προφορά

{treın}

(Ουσιαστικό)
● ακολουθία
● ειρμός
● ουρά φορέματος
● σειρά
● τραίνο
● τρένο
● αμαξοστοιχία

(Ρήμα)
● γυμνάζομαι
● γυμνάζω
● διευθύνω
● προγυμνάζω
● σύρω
● εξασκώ
● εξασκούμαι
● προπονούμαι

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.