traditionalist Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply traditionalistΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/traditionalist.mp3{trə’dıʃənəlıst} (Ουσιαστικό)● λάτρης των παραδόσεων Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση