township Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply townshipΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/township.mp3{‘taʋnʃıp} (Ουσιαστικό)● δήμος● κοινότης● κοινότητα● περιφέρεια πόλεως Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση