total Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply totalΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/total.mp3{‘təʋtəl} (Επίθετο)● ολόκληρος● συνολικός● ολικός (Ουσιαστικό)● ολικό άθροισμα● ολικό ποσό● όλο● σύνολο● άθροισμα (Ρήμα)● συμποσούμαι● αθροίζω Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση