thwack


thwack
Προφορά

{twæk}

(Ουσιαστικό)
● κτύπημα με κόπανο
● χτύπημα με κόπανο

(Ρήμα)
● κτυπώ με πλατύ πράγμα
● χτυπώ με πλατύ πράγμα
● κοπανίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.