throe Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply throeΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/t/throe.mp3{ɵrəʋ} (Ουσιαστικό)● αγωνία● άλγος● οδύνη Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση