tag


tag
Προφορά

{tæg}

(Ουσιαστικό)
● ετικέτα
● κυνηγητό παιχνίδι
● μετάλλινη άκρα
● σημείωμα προσδενομένο
● τικέτα

(Ρήμα)
● σημειώ
● παρακολουθώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.