suspensory


suspensory
Προφορά

{sə’spensərı}

(Επίθετο)
● αναρτικός
● ανασταλτικός

(Ουσιαστικό)
● αναρτήρ
● κρεμαστάρι
● υποστήριγμα

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.