sprain


sprain
Προφορά

{spreın}

(Ουσιαστικό)
● εξάρθρωση
● νευροκαβαλίκεμα
● στραγγούλισμα
● στραμπούλιγμα

(Ρήμα)
● εξαρθρώνω
● στραγγουλίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.