scourge


scourge
Προφορά

{skɜ:rdʒ}

(Ουσιαστικό)
● μάστιγα
● μάστιξ
● πληγή

(Ρήμα)
● δέρνω
● μαστίζω
● βασανίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.