sake Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply sakeΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/s/sake.mp3{seık} (Ουσιαστικό)● χάρη● χατίρι● αιτία● σκοπός● γιαπωνέζικο ποτό● είδος ιαπωνικού ποτού └[Εκφράσεις]┘● for your own sake = για το καλό σου● for your sake! = για χάρη σου! Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση