rule Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply ruleΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/r/rule.mp3{ru:l} (Ουσιαστικό)● κανόνας● χάρακας● κανών διοίκηση (Ρήμα)● χαρακώνω● κυβερνώ● διέπω └[Εκφράσεις]┘● against the rules = παράτυπος● as a rule = κατά κανόνα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση