relay


relay
Προφορά

{ri:’leı}

(Ρήμα)
● στέλλω από τόπου εις τόπον
● επαναθέτω
● μεταβιβάζω

(Ουσιαστικό)
● αναμετάδοση
● αυτόματος ρυθμιστής ηλεκτρισμού
● εφεδρεία

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.