regard


regard
Προφορά

{rı’gɑ:rd}

(Ουσιαστικό)
● επίμονο βλέμμα
● σέβας
● υπόληψη
● προσοχή
● σχέση

(Ρήμα)
● θεωρώ
● υπολήπτομαι
● αφορώ

└[Εκφράσεις]┘
● with regard to = όσο αφορά

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.