record


record
Προφορά

{rı’kɔ:rd}

(Ρήμα)
● εγγράφω
● αναγράφω
● καταγράφω
● φωνογραφώ
● ηχογραφώ
● καταχωρίζω

(Ουσιαστικό)
● δίσκος φωνογράφου
● έγγραφο
● ιστορικό
● μητρώο
● πρακτικά
● ρεκόρ
● αναγραφή
● καταγραφή

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.