recompense


recompense
Προφορά

{‘rekəm,pens}

(Ουσιαστικό)
● αποζημίωση
● επιβράβευση
● ανταμοιβή

(Ρήμα)
● αποζημιώνω
● ανταμείβω
● αμείβω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.