rapport


rapport
Προφορά

{ræ’pɔ:r}

(Ουσιαστικό)
● αρμονική σχέση
● επικοινωνία
● συμπάθεια

└[Εκφράσεις]┘
● be in rapport = έχω στενές σχέσεις

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.