range


range
Προφορά

{reındʒ}

(Ουσιαστικό)
● σειρά
● τάξη
● έκταση
● αχτίνα
● απόσταση
● διακύμανση
● βολή
● στόφα
● μαγειρική θερμάστρα
● βεληνεκές
● εμβέλεια

(Ρήμα)
● παρατάσσω
● εκτείνομαι
● περιφέρομαι
● ευρίσκομαι
● καθορίζω τιμές

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.